Τρία στα ολλανδικά

Μετάφραση: τρία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
drie, de drie, van drie, drietal
Τρία στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρία

τρία έψιλον, τρία γουρουνάκια και ένα μωρό, τρία πουλάκια κάθονται, τρία αστέρια, τρία κλικ αριστερά, τρία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τρία στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • τρέχω στα ολλανδικά - keuring, snelheid, test, toevloed, werken, bespoedigen, spoed, ...
  • τρήμα στα ολλανδικά - foramen, achterhoofdsgat, het foramen
  • τρίαινα στα ολλανδικά - drietand, Trident, van Trident, drietand van
  • τρίβω στα ολλανδικά - schaven, wrijven, aanstrijken, uitwrijven, afschaven, RUB, wrijf, ...
Τυχαίες λέξεις
Τρία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: drie, de drie, van drie, drietal