Τριβή στα ολλανδικά

Μετάφραση: τριβή, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
berouw, wrijving, frictie, de wrijving, wrijving te
Τριβή στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τριβή

τριβή φυσική, τριβή ολίσθησης, τριβή και αυτοκίνητο, τριβή σε κεκλιμένο επίπεδο, τριβή ε δημοτικού, τριβή λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τριβή στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • τριάντα στα ολλανδικά - dertig, dertigtal, half, van dertig, de dertig
  • τριαντάφυλλο στα ολλανδικά - roze, rooskleurig, roos, rose, steeg, nam, nam toe
  • τριβελίζω στα ολλανδικά - boren, doorboren, aanboren, trivelizo
  • τριγυρίζω στα ολλανδικά - zwerven, ronddwalen, ronddolen, dolen, rondreizen, dwalen, waren, ...
Τυχαίες λέξεις
Τριβή στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: berouw, wrijving, frictie, de wrijving, wrijving te