Τριβή στα ουκρανικά

Μετάφραση: τριβή, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
втрачати, розтирати, садно, утрачати, знос, розбіжності, виснаження, тертя, потертість, стирання, зношення, спрацювання, зношування
Τριβή στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τριβή

τριβή φυσική, τριβή ολίσθησης, τριβή και αυτοκίνητο, τριβή σε κεκλιμένο επίπεδο, τριβή ε δημοτικού, τριβή λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τριβή στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • τριάντα στα ουκρανικά - тридцять
  • τριαντάφυλλο στα ουκρανικά - тайком, ружа, нишком, розетка, рожа, рожевий, троянда, ...
  • τριβελίζω στα ουκρανικά - бур, тренування, дошкуляти, свердло, наводнювати, докучити, набридати, ...
  • τριγυρίζω στα ουκρανικά - прут, лозину, паличка, пруть, лозина, жезл, нишпорити
Τυχαίες λέξεις
Τριβή στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: втрачати, розтирати, садно, утрачати, знос, розбіжності, виснаження, тертя, потертість, стирання, зношення, спрацювання, зношування