Τυπικός στα ολλανδικά

Μετάφραση: τυπικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
eigenaardig, typisch, typische, de typische, normale, karakteristieke
Τυπικός στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τυπικός

τυπικός κεντρικός ελεγκτής βελτιωμένης pci σε usb, τυπικός και ουσιαστικός νόμος, τυπικός προσαρμογέας γραφικών vga, τυπικός ελεγκτής ide διπλού καναλιού pci, τυπικός προσαρμογέας γραφικών vga driver download, τυπικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τυπικός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • τυλίγω στα ολλανδικά - innemen, inslikken, scherm, voorhangsel, voorhang, overgordijn, gordijn, ...
  • τυμπανιστής στα ολλανδικά - tamboer, trommelslager, trommelaar, drummer, slagwerker
  • τυπικότητα στα ολλανδικά - formaliteit, formaliteiten, formeel, formele, formaliteit is
  • τυπογράφος στα ολλανδικά - drukker, boekdrukker, printer, typograaf, typographer, typografische, de typograaf, ...
Τυχαίες λέξεις
Τυπικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: eigenaardig, typisch, typische, de typische, normale, karakteristieke