Υπογραμμίζω στα ολλανδικά

Μετάφραση: υπογραμμίζω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
onderstrepen, benadrukken, onderstreept, te onderstrepen, benadrukt
Υπογραμμίζω στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπογραμμίζω

υπογραμμίζω τα επιρρήματα, υπογραμμίζω τα επίθετα, υπογραμμίζω αγγλικα, υπογραμμίζω συνώνυμο, υπογραμμίζω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, υπογραμμίζω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • υπογράφω στα ολλανδικά - merkteken, voorteken, teken, voorbode, signaal, sein, wenk, ...
  • υπογράφων στα ολλανδικά - ondertekenaar, ondertekenende, ondertekend, hebben ondertekend, ondertekenaars
  • υπογραφή στα ολλανδικά - handtekening, ondertekening, signatuur, de ondertekening, signature
  • υποδήματα στα ολλανδικά - schoeisel, schoenen, Footwear, Shoe
Τυχαίες λέξεις
Υπογραμμίζω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: onderstrepen, benadrukken, onderstreept, te onderstrepen, benadrukt