Φάρα στα ολλανδικά
Μετάφραση: φάρα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
geslacht, volksstam, stam, stam van
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φάρα
μο φάρα, έλλη φάρα, φάρα φόσετ, φάρα ζεϊνεπ αμπντουλάχ, φάρα λεξικό, φάρα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, φάρα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- φάλτσο στα ολλανδικά - valse noot, wanklank
- φάντασμα στα ολλανδικά - verschijning, geest, schim, spook, blinde, ghost, het Spook
- φάρδος στα ολλανδικά - uitgestrektheid, wijdte, baan, breedte, ruimheid, breed, breedte van, ...
- φάρμα στα ολλανδικά - boerderij, farm, landbouwbedrijf, de boerderij, tweedehands
Τυχαίες λέξεις
Φάρα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: geslacht, volksstam, stam, stam van
Μεταφράσεις: geslacht, volksstam, stam, stam van