Stam στα ελληνικά

Μετάφραση: stam, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τεντώνω, ρίζα, ζόρι, ράτσα, στέλεχος, μπαούλο, σεντούκι, μίσχος, στραμπουλίζω, κυνηγώ, φατρία, φυλή, φάρα, προβοσκίδα, παγανίζω, στείρα, φυλής, της φυλής, φυλης, φύλο
Stam στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • stalletje στα ελληνικά - αποβάλλω, καλύβα, εξέδρα, παράγκα, αναβάλλω, στάβλος, στάβλο, ...
  • stalling στα ελληνικά - σταυλισμού, αποθέσεως, αποθέσεως και στάθμευσης, αποθέσεως που, σταβλισμό
  • stamelen στα ελληνικά - τραυλίζω, ψελλίζω, τραύλισμα, ψευδίζω, stammer, τραυλισμό
  • stampen στα ελληνικά - μάντρα, λίβρα, συνωστισμός, ζουλώ, κοπανίζω, λίμπρα, συνθλίβω, ...
Τυχαίες λέξεις
Stam στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τεντώνω, ρίζα, ζόρι, ράτσα, στέλεχος, μπαούλο, σεντούκι, μίσχος, στραμπουλίζω, κυνηγώ, φατρία, φυλή, φάρα, προβοσκίδα, παγανίζω, στείρα, φυλής, της φυλής, φυλης, φύλο