Χειροκρότημα στα ολλανδικά

Μετάφραση: χειροκρότημα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
klap, klappen, clap, druiper, klappen met
Χειροκρότημα στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χειροκρότημα

χειροκρότημα ήχος, το χειροκρότημα, χειροκρότημα από τους κυπελλούχους στον κόσμο του παοκ, χειροκρότημα πρωτοψάλτη, χωρίς χειροκρότημα, χειροκρότημα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, χειροκρότημα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • χειροβομβίδα στα ολλανδικά - granaat, Grenade, handgranaat, granaat van, De Granaat van
  • χειροκροτώ στα ολλανδικά - applaudisseren, toejuichen, moedigen, juichen, juich
  • χειρονομία στα ολλανδικά - gebaar, gesticuleren, geste, gebaren, gebaar van, gesture, beweging
  • χειρονομώ στα ολλανδικά - geste, gesticuleren, gebaren, gebaar, gesticulate, zwaaien, gesticuleer
Τυχαίες λέξεις
Χειροκρότημα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: klap, klappen, clap, druiper, klappen met