Χωνί στα ολλανδικά
Μετάφραση: χωνί, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
trechter, funnel, de trechter
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χωνί
χωνί εφημερίδα, χωνί κουφοντίνας, χωνί διήθησησ, χωνί για μαρμελάδες, χωνί καζάκησ, χωνί λεξικό γλώσσας ολλανδικά, χωνί στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- χωλαίνω στα ολλανδικά - hinken, strompelen, hobble, strompel, haperenheid
- χωμένος στα ολλανδικά - stoten, duwen, geramd, ramde, scherper formuleren, wat scherper formuleren, aangestampte
- χωνεύω στα ολλανδικά - samenvatting, overzicht, verduwen, digereren, verteren, Digest, digestie
- χωράφι στα ολλανδικά - sfeer, land, veld, vlakte, vliegveld, akker, vlieghaven, ...
Τυχαίες λέξεις
Χωνί στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: trechter, funnel, de trechter
Μεταφράσεις: trechter, funnel, de trechter