Ακαθόριστος στα ουγγρικά

Μετάφραση: ακαθόριστος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tétova, rendezetlen, nyugtalan, bizonytalan, kiegyenlítetlen, a rendezetlen
Ακαθόριστος στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακαθόριστος

ακαθόριστος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ακαθόριστος στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • ακαθάριστος στα ουγγρικά - bruttó, összsúly, makroszkopikus, a bruttó, súlyos, durva, teljes
  • ακαθαρσία στα ουγγρικά - tisztátalanság, tisztátlanság, szennyező, szennyeződés, szennyezőt
  • ακαμψία στα ουγγρικά - merevség, merevsége, merevséget, merevségét, merevségi
  • ακανθώδης στα ουγγρικά - tüskés, spiny, tüskéscápa, tüskéscápának, a tüskéscápának
Τυχαίες λέξεις
Ακαθόριστος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: tétova, rendezetlen, nyugtalan, bizonytalan, kiegyenlítetlen, a rendezetlen