Ακαθόριστος στα ουκρανικά

Μετάφραση: ακαθόριστος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
невизначений, неясний, невловимий, відсутній, невирішене, невирішений, вирішене, нерозв'язане, не вирішене
Ακαθόριστος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακαθόριστος

ακαθόριστος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ακαθόριστος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ακαθάριστος στα ουκρανικά - маса, товстий, грос, грубий, валовий, великий, валової, ...
  • ακαθαρσία στα ουκρανικά - негомогенний, брудний, нечистий, неоднорідний, домішка, домішки, домішку, ...
  • ακαμψία στα ουκρανικά - відмінювати, згинати, гнути, схиляти, жорсткість, твердість, жорсткості
  • ακανθώδης στα ουκρανικά - голка, коліть, колючий, колюче, колючу
Τυχαίες λέξεις
Ακαθόριστος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: невизначений, неясний, невловимий, відсутній, невирішене, невирішений, вирішене, нерозв'язане, не вирішене