Αμελητέος στα ουγγρικά
Μετάφραση: αμελητέος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
elhanyagolható, elhanyagolhatónak, elhanyagolható mértékben, jelentéktelen, elenyésző
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμελητέος
αμελητέοσ αντίθετο, αμελητέος πυρετός, αμελητέος συνώνυμο, αμελητέος συνώνυμα, αμελητέος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αμελητέος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- αμβροσία στα ουγγρικά - istenek eledele, ambrózia, Ambrosia, az Ambrosia, ambróziát
- αμείβω στα ουγγρικά - viszonoz, jutalmaz, megfizetek
- αμελώ στα ουγγρικά - elhanyagolás, fukarkodik, szűkölködik, skimp, spóroljon
- αμερόληπτος στα ουγγρικά - pártatlan, elfogulatlan, pártatlanul, pártatlannak
Τυχαίες λέξεις
Αμελητέος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: elhanyagolható, elhanyagolhatónak, elhanyagolható mértékben, jelentéktelen, elenyésző
Μεταφράσεις: elhanyagolható, elhanyagolhatónak, elhanyagolható mértékben, jelentéktelen, elenyésző