Αμφισημία στα ουγγρικά
Μετάφραση: αμφισημία, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kétértelműség, kétértelműséget, egyértelmű, félreérthetőség, bizonytalanság
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμφισημία
συντακτική αμφισημία, αμφισημία γλώσσα, λεξική αμφισημία, αμφισημία συνωνυμα, αμφισημία ορισμός, αμφισημία λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αμφισημία στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- αμφισβητούμενος στα ουγγρικά - vitás, vitatott, ellentmondásos, vitatható, ellentmondásosak
- αμφισβητώ στα ουγγρικά - kérdés, kérdést, szóban forgó, kérdéses, kérdésre
- αμόνι στα ουγγρικά - üllő, üllőt, üllőre, az üllő, ütköző
- αμύγδαλο στα ουγγρικά - mandula, mandulás, mandulával, mandulaolaj, a mandula
Τυχαίες λέξεις
Αμφισημία στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: kétértelműség, kétértelműséget, egyértelmű, félreérthetőség, bizonytalanság
Μεταφράσεις: kétértelműség, kétértelműséget, egyértelmű, félreérthetőség, bizonytalanság