Αμφισημία στα πολωνικά

Μετάφραση: αμφισημία, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dwuznaczność, amfibologia, niejasność, niejednoznaczność, wieloznaczność, dwuznaczności
Αμφισημία στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμφισημία

συντακτική αμφισημία, αμφισημία γλώσσα, λεξική αμφισημία, αμφισημία συνωνυμα, αμφισημία ορισμός, αμφισημία λεξικό γλώσσας πολωνικά, αμφισημία στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • αμφισβητούμενος στα πολωνικά - rozważać, przeprowadzać, poruszać, naradzać, narada, rada, kontrowersyjny, ...
  • αμφισβητώ στα πολωνικά - podważać, zdyskredytować, zwątpienie, powątpiewać, niepewność, kompromitować, powątpiewanie, ...
  • αμόνι στα πολωνικά - kowadło, kowadełko, kowadła, anvil, kowadełka
  • αμύγδαλο στα πολωνικά - migdałek, migdał, migdałowy, migdałów, almond, migdałowe
Τυχαίες λέξεις
Αμφισημία στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: dwuznaczność, amfibologia, niejasność, niejednoznaczność, wieloznaczność, dwuznaczności