Αποδυναμώνω στα ουγγρικά
Μετάφραση: αποδυναμώνω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
leszegényedik, elszegényít, elszegényíti, szegényebbé, szegényíti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποδυναμώνω
αποδυναμώνω συνώνυμα, αποδυναμώνω αντωνυμο, αποδυναμώνω συνώνυμο, αποδυναμώνω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αποδυναμώνω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- αποδοχή στα ουγγρικά - elfogadvány, elfogadás, elfogadása, elfogadását, elfogadási, elfogadó
- αποδυναμώνομαι στα ουγγρικά - leszegényedik, elszegényít, elszegényíti, szegényebbé, szegényíti
- αποζημίωση στα ουγγρικά - ellensúlyozás, megtérítés, visszatérítés, kártérítés, kompenzáció, kompenzációs, kártérítést, ...
- αποζημιώνω στα ουγγρικά - kártalanít, kártalanítja, kártalanítani, mentesíti, kártalanítja a
Τυχαίες λέξεις
Αποδυναμώνω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: leszegényedik, elszegényít, elszegényíti, szegényebbé, szegényíti
Μεταφράσεις: leszegényedik, elszegényít, elszegényíti, szegényebbé, szegényíti