Δυσφήμιση στα ουγγρικά
Μετάφραση: δυσφήμιση, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
becsmérlés, lebecsülés, kisebbítés
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δυσφήμιση
δυσφήμιση στα αγγλικά, δυσφήμιση ποινικός κώδικας, δυσφήμιση νομικού προσώπου, δυσφήμιση στο διαδίκτυο, δυσφήμιση english, δυσφήμιση λεξικό γλώσσας ουγγρικά, δυσφήμιση στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- δυστυχισμένος στα ουγγρικά - boldogtalan, elégedetlen, szerencsétlen, szomorú, boldogtalanok
- δυστυχώς στα ουγγρικά - sajnos, sajnálatos módon, sajnálatos, Még, Sajnos a
- δυσφημιστικός στα ουγγρικά - rágalmazó, becsületsértő, rágalmak, libelous, a rágalmat
- δυσφημώ στα ουγγρικά - becsületsértés, rágalmazás, megrágalmaz, befeketít
Τυχαίες λέξεις
Δυσφήμιση στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: becsmérlés, lebecsülés, kisebbítés
Μεταφράσεις: becsmérlés, lebecsülés, kisebbítés