Εδραίος στα ουγγρικά

Μετάφραση: εδραίος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
jól megalapozott, jól bevált, megalapozott, jól működő, jól kiépített
Εδραίος στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εδραίος

εδραίος ατε, εδραίος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, εδραίος στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • εγωκεντρικός στα ουγγρικά - egoista, önző, egocentrikus, az egocentrikus
  • εδαφικός στα ουγγρικά - territoriális, területi, a területi, parti
  • εδραίωση στα ουγγρικά - konszolidáció, konszolidációs, konszolidációt, konszolidációja, konszolidációra
  • εδραιώνω στα ουγγρικά - edraiono
Τυχαίες λέξεις
Εδραίος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: jól megalapozott, jól bevált, megalapozott, jól működő, jól kiépített