Επικείμενος στα ουγγρικά
Μετάφραση: επικείμενος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
küszöbön álló, fenyegető, közvetlen, közelgő, küszöbön
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επικείμενος
επικείμενος λεξικο, επικείμενος ετυμολογία, επικείμενος συνώνυμο, επικείμενος σεισμός, επικείμενος μεγάλος σεισμός στην ελλαδα, επικείμενος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, επικείμενος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- επικαλούμαι στα ουγγρικά - hivatkozhat, hivatkozhatnak, hivatkozni, hivatkoznak, hivatkozik
- επικαλύπτω στα ουγγρικά - befed, népesedék
- επικερδής στα ουγγρικά - rentábilis, nyereséges, jövedelmező, jövedelmezőbb, nyereségesek, nyereségessé
- επικεφαλίδα στα ουγγρικά - fejelés, labdafejelés, felzet, címsor, fejszöveg, rovat, cím, ...
Τυχαίες λέξεις
Επικείμενος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: küszöbön álló, fenyegető, közvetlen, közelgő, küszöbön
Μεταφράσεις: küszöbön álló, fenyegető, közvetlen, közelgő, küszöbön