Ευνοϊκός στα ουγγρικά
Μετάφραση: ευνοϊκός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kedvező, kedvezőbb, előnyös, kedvezõ, kedvezőek
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευνοϊκός
ευνοϊκός αντίθετα, ευνοϊκός αντίθετο, ευνοϊκός συνώνυμα, ευνοϊκός συνώνυμο, ευνοϊκός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ευνοϊκός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ευνουχισμός στα ουγγρικά - kiherélés, kasztrálás, kasztráció, kasztrációs, a kasztráció, kasztrációt
- ευνοϊκά στα ουγγρικά - kedvezően, kedvező, előnyösen, kedvezőbb, kedvezőbben
- ευνοώ στα ουγγρικά - kedvez, kedveznek, előnyben, támogatja, előnyben részesítik
- ευοίωνος στα ουγγρικά - kedvező, szerencsés, áldásos, auspicious, kedvezõ
Τυχαίες λέξεις
Ευνοϊκός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: kedvező, kedvezőbb, előnyös, kedvezõ, kedvezőek
Μεταφράσεις: kedvező, kedvezőbb, előnyös, kedvezõ, kedvezőek