Ευνοϊκός στα ουκρανικά
Μετάφραση: ευνοϊκός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зручний, сприятливий, слушний, охочий, прихильний, позитивний, успішний, найсприятливіший
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευνοϊκός
ευνοϊκός αντίθετα, ευνοϊκός αντίθετο, ευνοϊκός συνώνυμα, ευνοϊκός συνώνυμο, ευνοϊκός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ευνοϊκός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ευνουχισμός στα ουκρανικά - вихолощування, кастрація, кастрация, кастрацію
- ευνοϊκά στα ουκρανικά - сприятливо, позитивно, сприятливе, що сприятливо
- ευνοώ στα ουκρανικά - сприяти, підтримайте, послуга, фант, милість, благоприятствовать, сприятиме, ...
- ευοίωνος στα ουκρανικά - сприятливий, успішний, слушний, найсприятливіший
Τυχαίες λέξεις
Ευνοϊκός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: зручний, сприятливий, слушний, охочий, прихильний, позитивний, успішний, найсприятливіший
Μεταφράσεις: зручний, сприятливий, слушний, охочий, прихильний, позитивний, успішний, найсприятливіший