Καλέμι στα ουγγρικά
Μετάφραση: καλέμι, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
véső, vésővel, vésőt, chisel, fúró
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καλέμι
καλέμι sds plus, ηλεκτρικό καλέμι, καλέμι πλακιδίων, καλέμι ελιάς, καλέμι αέρος, καλέμι λεξικό γλώσσας ουγγρικά, καλέμι στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- καλάθι στα ουγγρικά - kosár, feltételek KOSÁR, kosárba, bASKET, kosárból
- καλάμι στα ουγγρικά - nádnyelv, lábszár, nád, nádas, nádsíp, Reed, nádból, ...
- καλαμάκι στα ουγγρικά - szívószál, szalma, szalmakalap, szalmát, szalmából, szalmával, a szalma
- καλαμιές στα ουγγρικά - tarló, nádas, nád, nádasok, nádat, nádból
Τυχαίες λέξεις
Καλέμι στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: véső, vésővel, vésőt, chisel, fúró
Μεταφράσεις: véső, vésővel, vésőt, chisel, fúró