Λιμασμένος στα ουγγρικά

Μετάφραση: λιμασμένος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ragadozó, falánk
Λιμασμένος στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λιμασμένος

λιμασμένος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, λιμασμένος στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • λιμάρης στα ουγγρικά - rozsomák, reszelő, ráspoly, nyíróeszköz, ráspollyal
  • λιμάρω στα ουγγρικά - iratcsomó, kartoték, adatállomány, akta, ráspoly, sor, reszelő, ...
  • λιμνάζων στα ουγγρικά - mozdulatlan, stagnáló, stagnálás, stagnálása, stagnálást, stagnálását, a stagnálás
  • λιμνούλα στα ουγγρικά - tócsa, tavacska, érdekszövetség, Pond, tó, tóban, tóval
Τυχαίες λέξεις
Λιμασμένος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: ragadozó, falánk