Λιμασμένος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: λιμασμένος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ravening, voraz, rapina, devoradora, devorador
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λιμασμένος
λιμασμένος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, λιμασμένος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- λιμάρης στα πορτογαλικά - grosa, raspagem, lima, de raspagem, rasp
- λιμάρω στα πορτογαλικά - arquivar, fila, lima, figura, grosa, raspagem, de raspagem, ...
- λιμνάζων στα πορτογαλικά - estagnação, a estagnação, de estagnação, estancamento, estagnação do
- λιμνούλα στα πορτογαλικά - tanques, lagoa, política, lago, sindicato, pond, tanque, ...
Τυχαίες λέξεις
Λιμασμένος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: ravening, voraz, rapina, devoradora, devorador
Μεταφράσεις: ravening, voraz, rapina, devoradora, devorador