Μωρόπιστος στα ουγγρικά
Μετάφραση: μωρόπιστος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hiszékeny, becsapható, hiszékenyek, naiv, a hiszékeny
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μωρόπιστος
μωρόπιστος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, μωρόπιστος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- μωρολογώ στα ουγγρικά - koholmány, fudge, Caramel, karamellás, Caramelt
- μωρό στα ουγγρικά - baba, bébi, a baba, csecsemő, babát
- μόδα στα ουγγρικά - trend, áramlat, divat, módon, a divat, divatot, divatos
- μόλις στα ουγγρικά - épp, alig, csak, mindössze, csupán, éppen, most
Τυχαίες λέξεις
Μωρόπιστος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: hiszékeny, becsapható, hiszékenyek, naiv, a hiszékeny
Μεταφράσεις: hiszékeny, becsapható, hiszékenyek, naiv, a hiszékeny