Σιδερώνω στα ουγγρικά
Μετάφραση: σιδερώνω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
vasaló, vas, mángorló, mangle, mángorlót, csonkolódnak, mángorlóban
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σιδερώνω
σιδερώνω στα αγγλικα, σιδερώνω παιχνιδια, ονειροκρίτης σιδερώνω, σιδερώνω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, σιδερώνω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- σιγουριά στα ουγγρικά - szavatolás, biztosítás, bizonyosság, bizalom, bizalmat, bizalmát, bizalommal, ...
- σιδερένιος στα ουγγρικά - vas, vasaló, vasból, vas-
- σιδηρόδρομος στα ουγγρικά - vasút, pályaudvar, vasúti, railroad, vasútvonal
- σιτίζω στα ουγγρικά - díjazott, takarmány, Fed, táplált, etetett, a Fed, etetni
Τυχαίες λέξεις
Σιδερώνω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: vasaló, vas, mángorló, mangle, mángorlót, csonkolódnak, mángorlóban
Μεταφράσεις: vasaló, vas, mángorló, mangle, mángorlót, csonkolódnak, mángorlóban