Σπονδυλωτό στα ουγγρικά

Μετάφραση: σπονδυλωτό, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
gerinces, a gerinces, gerincesek, gerinceseken, gerinceseken végzett
Σπονδυλωτό στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σπονδυλωτό

σπονδυλωτό πρόγραμμα ειδικής αγωγής, σπονδυλωτό ζώο, χελώνα σπονδυλωτό, σπονδυλωτό φλάουτο, βάτραχος σπονδυλωτό, σπονδυλωτό λεξικό γλώσσας ουγγρικά, σπονδυλωτό στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • σπογγώδης στα ουγγρικά - átázott, szivacsos, szivacs, a szivacsos
  • σπονδυλικός στα ουγγρικά - gerinc-, csigolya, vertebrális, csigolyatörések, vertebralis
  • σποραδικός στα ουγγρικά - esetenkénti, szórványos, sporadikus, szórványosan, elszórtan, elszórt
  • σπουδάζω στα ουγγρικά - dolgozószoba, tanulás, tanulmány, vizsgálat, vizsgálatban, tanulmányt, tanulmányi
Τυχαίες λέξεις
Σπονδυλωτό στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: gerinces, a gerinces, gerincesek, gerinceseken, gerinceseken végzett