Συγγενικός στα ουγγρικά

Μετάφραση: συγγενικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
összefüggő, relációs, kapcsolati, a relációs
Συγγενικός στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συγγενικός

συγγενικός μεταφραση, συγγενικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, συγγενικός στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • στύλος στα ουγγρικά - elegancia, bibeszál, típus, cégnév, modor, sikk, fajta, ...
  • συγγενής στα ουγγρικά - relatív, vonatkozó, képest, viszonylagos, viszonyítva, viszonyítottak
  • συγγνωστός στα ουγγρικά - megbocsátható, kimentette, elnézést, elnézést kért, ments, felmentést
  • συγγνώμη στα ουγγρικά - sajnálom, megbocsátás, megbocsát, kegyelmet, bocsánatot, közkegyelem
Τυχαίες λέξεις
Συγγενικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: összefüggő, relációs, kapcsolati, a relációs