Συμπαράσταση στα ουγγρικά

Μετάφραση: συμπαράσταση, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
pártfogás, támogatók, eltartás, talpazat, oszlop, támogatás, támogatást, támogatási, támogatása, támogató
Συμπαράσταση στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμπαράσταση

συμπαράσταση στην ερτ, συμπαράσταση συνώνυμα, συμπαράσταση στην δυτική αθήνα, συμπαράσταση γνωμικά, συμπαράσταση στους έλληνες, συμπαράσταση λεξικό γλώσσας ουγγρικά, συμπαράσταση στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • συμπαθώ στα ουγγρικά - hasonmás, mint, mint a, hasonló
  • συμπαιγνία στα ουγγρικά - összejátszás, összejátszást, az összejátszás, összejátszásra, összejátszásban
  • συμπατριώτης στα ουγγρικά - honfitárs, vidéki ember, honfitársa, honfitársának, honfitársával
  • συμπερίληψη στα ουγγρικά - belefoglalás, beleértés, beleszámítás, bezáródás, befogadás, integráció, felvétele, ...
Τυχαίες λέξεις
Συμπαράσταση στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: pártfogás, támogatók, eltartás, talpazat, oszlop, támogatás, támogatást, támogatási, támogatása, támogató