Ψωνίζω στα ουγγρικά
Μετάφραση: ψωνίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hivatal, kereskedés, munkahely, bolt, Shop, üzlet, áruház, boltban
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ψωνίζω
ψωνίζω συνετά δεν σκορπάω τα λεφτά, ψωνίζω ελληνικά, ψωνίζω άρα υπάρχω βιβλίο, ψωνίζω ρούχα online, ψωνίζω online, ψωνίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ψωνίζω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ψωμάκι στα ουγγρικά - névjegyzék, ringás, gurítás, filmtekercs, göngyöleg, gördülés, zsemlye, ...
- ψωμί στα ουγγρικά - kenyér, kenyeret, kenyérrel, a kenyér, a kenyeret
- ψύξη στα ουγγρικά - lehűlés, hűsítő, hűtés, hűtési, hűtést
- ψώνια στα ουγγρικά - bevásárlás, bevásárló, vásárlás, vásárlási, kosárba
Τυχαίες λέξεις
Ψωνίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: hivatal, kereskedés, munkahely, bolt, Shop, üzlet, áruház, boltban
Μεταφράσεις: hivatal, kereskedés, munkahely, bolt, Shop, üzlet, áruház, boltban