Ψωνίζω στα σουηδικά

Μετάφραση: ψωνίζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bod, butik, affär, verkstad, butiken, Shop
Ψωνίζω στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ψωνίζω

ψωνίζω συνετά δεν σκορπάω τα λεφτά, ψωνίζω ελληνικά, ψωνίζω άρα υπάρχω βιβλίο, ψωνίζω ρούχα online, ψωνίζω online, ψωνίζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, ψωνίζω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ψωμάκι στα σουηδικά - förteckning, lista, register, rulle, vals, rullen, valsen
  • ψωμί στα σουηδικά - bröd, brödet
  • ψύξη στα σουηδικά - kylig, kylning, kyla, kylningen, kylnings, nedkylning
  • ψώνια στα σουηδικά - handla, kund, shoppa, i kund
Τυχαίες λέξεις
Ψωνίζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: bod, butik, affär, verkstad, butiken, Shop