Άμπωτη στα ουκρανικά

Μετάφραση: άμπωτη, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відливши, відплив, відлив, відливи
Άμπωτη στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άμπωτη

άμπωτη ονειροκρίτης, η άμπωτη, άμπωτη και πλημμυρίδα, άμπωτη λεξικό γλώσσας ουκρανικά, άμπωτη στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • άμμος στα ουκρανικά - пісок, песок
  • άμορφος στα ουκρανικά - аморфний, безформний, безформна, безформну, безформне
  • άμυαλος στα ουκρανικά - безглуздий, дурний, безмозгий, безмозкий
  • άμυλο στα ουκρανικά - крохмаль, крохмал
Τυχαίες λέξεις
Άμπωτη στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: відливши, відплив, відлив, відливи