Άνισος στα ουκρανικά
Μετάφραση: άνισος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
неадекватний, невідповідний, нерівноцінний, нерівний
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άνισος
άνισος διασκελισμός, αστεροειδής άνισος, άνισος βότανο, άνισος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, άνισος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- άνθρωποι στα ουκρανικά - народ, люди, людей
- άνθρωπος στα ουκρανικά - матуся, зовнішність, народ, людський, чоловік, люди, нікого, ...
- άνοδος στα ουκρανικά - підвищення, додаток, приріст, збільшення, анод
- άνοιγμα στα ουκρανικά - заслінка, ґрати, обдумувати, народжуватись, відкриття
Τυχαίες λέξεις
Άνισος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: неадекватний, невідповідний, нерівноцінний, нерівний
Μεταφράσεις: неадекватний, невідповідний, нерівноцінний, нерівний