Άνισος στα τούρκικα
Μετάφραση: άνισος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
eşitsiz, eşit olmayan, eşit, eşitsiz bir, eşitsizlik
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άνισος
άνισος διασκελισμός, αστεροειδής άνισος, άνισος βότανο, άνισος λεξικό γλώσσας τούρκικα, άνισος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- άνθρωποι στα τούρκικα - il, oturmak, insanlar, halk, Kişi, insanların, insan, ...
- άνθρωπος στα τούρκικα - erkek, il, birey, insanlar, oturmak, adam, halk, ...
- άνοδος στα τούρκικα - anot, anod, anodu, anode
- άνοιγμα στα τούρκικα - açılış, açma, açılma, açılışı, açıklığı
Τυχαίες λέξεις
Άνισος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: eşitsiz, eşit olmayan, eşit, eşitsiz bir, eşitsizlik
Μεταφράσεις: eşitsiz, eşit olmayan, eşit, eşitsiz bir, eşitsizlik