Έκφυλος στα ουκρανικά

Μετάφραση: έκφυλος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
розпутний, вироджуватися, дегенерат, розпущений, розбещений, розпущена
Έκφυλος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έκφυλος

έκφυλος ετυμολογία, έκφυλος συνωνυμα, έκφυλος βικιλεξικο, έκφυλος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, έκφυλος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • έκτρωση στα ουκρανικά - недоносок, осічка, невдача, потворо, потвора, аборт
  • έκφραση στα ουκρανικά - вижимання, виразність, вираження, вираз, обличчя, вислів, висловлення
  • έλατο στα ουκρανικά - сосна, ялиця, смерека, ялинка, ялину, ялина, ель
  • έλεγχος στα ουκρανικά - керувати, диспетчерський, проконтролювати, перевіряти, перевірятимуть, перевірятиме, перевірити
Τυχαίες λέξεις
Έκφυλος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: розпутний, вироджуватися, дегенерат, розпущений, розбещений, розпущена