Έκφυλος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: έκφυλος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
безнравствен, licentious
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έκφυλος
έκφυλος ετυμολογία, έκφυλος συνωνυμα, έκφυλος βικιλεξικο, έκφυλος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, έκφυλος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- έκτρωση στα σλαβομακεδονικά - абортус, абортусот, за абортус, на абортусот, абортуси
- έκφραση στα σλαβομακεδονικά - изразување, израз, изразувањето, изразот, експресија
- έλατο στα σλαβομακεδονικά - елката, ела, елка, елови, дојди, зимзелени
- έλεγχος στα σλαβομακεδονικά - проверете, провери, проверка, проверите, проверат
Τυχαίες λέξεις
Έκφυλος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: безнравствен, licentious
Μεταφράσεις: безнравствен, licentious