Αισχρός στα ουκρανικά

Μετάφραση: αισχρός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сусідство, товстий, округу, район, маса, близькість, великий, грос, округи, непристойний, грубий, валовий, непристойно, непристойного
Αισχρός στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αισχρός

αισχρός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αισχρός στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αισιοδοξία στα ουκρανικά - оптимізм, оптимізму
  • αισιόδοξος στα ουκρανικά - оптимістичний, оптимістична, оптимістичніший
  • αιτία στα ουκρανικά - справа, завдавати, завдати, причина, тиловий, викликати, Пичина, ...
  • αιτιατική στα ουκρανικά - знахідний
Τυχαίες λέξεις
Αισχρός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: сусідство, товстий, округу, район, маса, близькість, великий, грос, округи, непристойний, грубий, валовий, непристойно, непристойного