Ανατριχίλα στα ουκρανικά
Μετάφραση: ανατριχίλα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
холод, дрож, тріпотіти, шофер, трястися, гартувати, застуда, простуда, гусяча шкіра
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανατριχίλα
ανατριχίλα και συγκίνηση ο μίκαελ σουμάχερ έχει, ανατριχίλα και συγκίνηση ο μίκαελ σουμάχερ, ανατριχίλα και συγκίνηση ο μίκαελ, ανατριχίλα στο κεφάλι, ανατριχίλα και συγκίνηση ο σουμάχερ έχει, ανατριχίλα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ανατριχίλα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ανατρέφω στα ουκρανικά - дощової, заохотити, дощовій, жниварка, ходити, дощовий, плекати, ...
- ανατρέχω στα ουκρανικά - справлятися, консультуйтеся, проконсультуватися, заднім, задніх
- ανατριχιάζω στα ουκρανικά - щетина, розгніватися, тремтіння, дрож
- ανατροπή στα ουκρανικά - перекидання, повалити, перекиньте, перекинути, повалення, скидання, скинення
Τυχαίες λέξεις
Ανατριχίλα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: холод, дрож, тріпотіти, шофер, трястися, гартувати, застуда, простуда, гусяча шкіра
Μεταφράσεις: холод, дрож, тріпотіти, шофер, трястися, гартувати, застуда, простуда, гусяча шкіра