Αυνανισμός στα ουκρανικά
Μετάφραση: αυνανισμός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
щогли, мастурбація
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυνανισμός
αυνανίσμος τροποι, αυνανίσμος και θρησκεια, αυνανίσμος ανδρων, αυνανίσμος γυναικων, αυνανίσμος αμαρτια, αυνανισμός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αυνανισμός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αυλόπορτα στα ουκρανικά - брама, ворота
- αυλός στα ουκρανικά - плата, флейта, флейтист, свистіти
- αυξάνομαι στα ουκρανικά - посилюватись, ростити, культивувати, вали, рости, хвилястий, зростати, ...
- αυξάνω στα ουκρανικά - підвищити, непідкупний, підвищтеся, нарощувати, рекламування, додатися, прискорити, ...
Τυχαίες λέξεις
Αυνανισμός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: щогли, мастурбація
Μεταφράσεις: щогли, мастурбація