Αυνανισμός στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: αυνανισμός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
мастурбација, мастурбацијата, мастурбирање, на мастурбација
Αυνανισμός στα σλαβομακεδονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυνανισμός

αυνανίσμος τροποι, αυνανίσμος και θρησκεια, αυνανίσμος ανδρων, αυνανίσμος γυναικων, αυνανίσμος αμαρτια, αυνανισμός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, αυνανισμός στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • αυλόπορτα στα σλαβομακεδονικά - портата, порта, врата, капија, вратата
  • αυλός στα σλαβομακεδονικά - флејта, кавал, флејтата, шупелка, кавалот
  • αυξάνομαι στα σλαβομακεδονικά - планина, расте, растат, порасне, прерасне, се зголеми
  • αυξάνω στα σλαβομακεδονικά - расте, растат, порасне, прерасне, се зголеми
Τυχαίες λέξεις
Αυνανισμός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: мастурбација, мастурбацијата, мастурбирање, на мастурбација