Δράση στα ουκρανικά
Μετάφραση: δράση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
обвинувачення, учинок, бій, позов, звинувачування, дію, дія, вплив, чинність, чинності
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δράση
δράση συνώνυμα, δράση ενάντια στο ελληνικό γκουαντάναμο, δράση - γέφυρα, δράση ευρωβουλευτές, δράση ευρωεκλογές, δράση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, δράση στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- δράκος στα ουκρανικά - карабін, дракон, карабінер, дуенья, змій
- δράμα στα ουκρανικά - драма, історичний, жахи
- δράστης στα ουκρανικά - обвинувачуваний, обвинувачений, злочинець, винний, злочинця
- δραματικός στα ουκρανικά - надзвичайний, ефектний, хвилюючий, роблений, драматичний, драматичного
Τυχαίες λέξεις
Δράση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: обвинувачення, учинок, бій, позов, звинувачування, дію, дія, вплив, чинність, чинності
Μεταφράσεις: обвинувачення, учинок, бій, позов, звинувачування, дію, дія, вплив, чинність, чинності