Δρεπάνι στα ουκρανικά
Μετάφραση: δρεπάνι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
коса
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δρεπάνι
δρεπάνι βικιπαιδεια, μεγάλο δρεπάνι, δρεπάνι χορός, δρεπάνι water ski, μηχανοκίνητο δρεπάνι, δρεπάνι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, δρεπάνι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- δραστηριότητα στα ουκρανικά - енергія, активність, спритність, діяльність, діяльності
- δραστικός στα ουκρανικά - рішучий, радикальний, крутий, крутій, крутою, потужний, могутній, ...
- δριμύς στα ουκρανικά - болісний, сердитий, болючий, грубий, різкий, брутальний, жорстокий, ...
- δριμύτατα στα ουκρανικά - вибухати, блисніть, блискати, підривати, гриміти, сильно, дуже
Τυχαίες λέξεις
Δρεπάνι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: коса
Μεταφράσεις: коса