Δροσιστικός στα ουκρανικά
Μετάφραση: δροσιστικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
охолодження, охолоджування, освіжаючий, освіжає, освіжаю
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δροσιστικός
δροσιστικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, δροσιστικός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- δρομολόγιο στα ουκρανικά - маршрут
- δροσερός στα ουκρανικά - охолодити, прохолодний, холодна, прісний, новий, холодне, свіжий, ...
- δρόμος στα ουκρανικά - маршрут, шлях, траса, вулиця, баран, вуличний, дорога
- δρόσος στα ουκρανικά - роса, роси
Τυχαίες λέξεις
Δροσιστικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: охолодження, охолоджування, освіжаючий, освіжає, освіжаю
Μεταφράσεις: охолодження, охолоджування, освіжаючий, освіжає, освіжаю