Δροσιστικός στα σουηδικά
Μετάφραση: δροσιστικός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
uppfriskande, svalkande, uppdatera
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δροσιστικός
δροσιστικός λεξικό γλώσσας σουηδικά, δροσιστικός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- δρομολόγιο στα σουηδικά - färdväg, resväg, resplan, färdvägen, resplanen
- δροσερός στα σουηδικά - färsk, ny, avkyla, frisk, kyla, sval, kyler, ...
- δρόμος στα σουηδικά - väg, sträcka, gata, vägen, road, på väg, väg-
- δρόσος στα σουηδικά - dagg, daggen, dew
Τυχαίες λέξεις
Δροσιστικός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: uppfriskande, svalkande, uppdatera
Μεταφράσεις: uppfriskande, svalkande, uppdatera