Ειδοποιώ στα ουκρανικά
Μετάφραση: ειδοποιώ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
оголошувати, сповіщати, сповістити, сповістіть, повідомити, Сообщить, повідомте
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ειδοποιώ
ειδοποιώ συνώνυμα, ειδοποιώ μετάφραση, ειδοποιώ συνωνυμο, ειδοποιώ προστακτική, ειδοποιώ αγγλικά, ειδοποιώ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ειδοποιώ στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ειδικά στα ουκρανικά - докладно, зокрема, надзвичайно, особливо, дуже-дуже, дуже, особисто
- ειδικός στα ουκρανικά - спеціаліст, експертний, фахівець, експерт
- ειδυλλιακός στα ουκρανικά - ідилічний, ідилічне, ідилічною
- ειδωλοσκόπιο στα ουκρανικά - кайзер, eidoloskopio
Τυχαίες λέξεις
Ειδοποιώ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: оголошувати, сповіщати, сповістити, сповістіть, повідомити, Сообщить, повідомте
Μεταφράσεις: оголошувати, сповіщати, сповістити, сповістіть, повідомити, Сообщить, повідомте