Εκπαιδεύω στα ουκρανικά
Μετάφραση: εκπαιδεύω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
виховувати, виховайте, звита, навчити, наслідок, навчати, виховати, виховуватиме
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκπαιδεύω
εκπαιδεύω ετυμολογία, εκπαιδεύω συνώνυμα, εκπαιδεύω αγγλικά, εκπαιδεύω και εκπαιδεύομαι, εκπαιδεύω στα αγγλικα, εκπαιδεύω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, εκπαιδεύω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- εκπαιδευτικός στα ουκρανικά - педагогічний, навчальний, освітній
- εκπαιδευόμενος στα ουκρανικά - стажист, стажер
- εκπαρθένευση στα ουκρανικά - ekparthenefsi
- εκπλήσσω στα ουκρανικά - вразити, вражати, дивувати, вразьте, здивувати, сюрприз
Τυχαίες λέξεις
Εκπαιδεύω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: виховувати, виховайте, звита, навчити, наслідок, навчати, виховати, виховуватиме
Μεταφράσεις: виховувати, виховайте, звита, навчити, наслідок, навчати, виховати, виховуватиме