Ελευθερία στα ουκρανικά
Μετάφραση: ελευθερία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
незалежність, право, привілей, свобода, вільність, воля, свободу
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ελευθερία
ελευθερία καλαμάτας, ελευθερία ετυμολογία, ελευθερία παντελιδάκη, ελευθερία ελευθερίου, ελευθερία ελευθερίου ύψος, ελευθερία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ελευθερία στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ελεεινολογώ στα ουκρανικά - жалкуйте, шкодувати, ганити, оплакувати, гудити, eleeinologo
- ελεεινός στα ουκρανικά - нещасливий, негідник, скнара, нещасний, сердешний, пошарпаний, порваний, ...
- ελευθερώνω στα ουκρανικά - прозорий, ясний, ясно, чистий, світлий, стерти, реліз
- ελεύθερα στα ουκρανικά - широко-широко, вільно, широко, рясно, безкоштовно, бесплатно, безплатно
Τυχαίες λέξεις
Ελευθερία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: незалежність, право, привілей, свобода, вільність, воля, свободу
Μεταφράσεις: незалежність, право, привілей, свобода, вільність, воля, свободу