Ενδυμασία στα ουκρανικά
Μετάφραση: ενδυμασία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
костюм, наряд, вбрання, убрання
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενδυμασία
ενδυμασία και μόδα, ενδυμασία συνώνυμα, ενδυμασία έκθεση α λυκείου, ενδυμασία στην αρχαία ελλάδα, ενδυμασία 80's, ενδυμασία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ενδυμασία στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ενδοτικός στα ουκρανικά - догідливий, поступливий, уступітельние, допустового, уступітельних, допустово, допустових
- ενδοχώρα στα ουκρανικά - мозаїчний, інкрустований, внутрішні райони, внутрішніх районів, внутрішнірайони
- ενδυναμώνω στα ουκρανικά - підтримувати, укріплювати, підкріплювати, нерв
- ενδόμυχος στα ουκρανικά - залякування, інтимність, потаємний, таємний, сокровенний, захована, таємничий
Τυχαίες λέξεις
Ενδυμασία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: костюм, наряд, вбрання, убрання
Μεταφράσεις: костюм, наряд, вбрання, убрання