Ενδυμασία στα πολωνικά

Μετάφραση: ενδυμασία, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
strój, kostium, garsonka, ubiór, odzież, attire, stroje
Ενδυμασία στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενδυμασία

ενδυμασία και μόδα, ενδυμασία συνώνυμα, ενδυμασία έκθεση α λυκείου, ενδυμασία στην αρχαία ελλάδα, ενδυμασία 80's, ενδυμασία λεξικό γλώσσας πολωνικά, ενδυμασία στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ενδοτικός στα πολωνικά - skomplikowany, zawiły, ustępliwy, zgodny, koncesyjny, ulgowe, przyzwalający
  • ενδοχώρα στα πολωνικά - wnętrze, wewnętrzny, śródlądowy, śródziemny, krajowy, głąb kraju, zapleczem, ...
  • ενδυναμώνω στα πολωνικά - utrwalać, umocnić, fortyfikować, zacieśniać, wzmacniać, krzepić, wzmocnić, ...
  • ενδόμυχος στα πολωνικά - buduarowy, poufały, spoufalony, wskazać, kameralny, poinformować, serdeczny, ...
Τυχαίες λέξεις
Ενδυμασία στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: strój, kostium, garsonka, ubiór, odzież, attire, stroje