Εφεκτικός στα ουκρανικά
Μετάφραση: εφεκτικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
обережний, передбачливий, efektikos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εφεκτικός
ανεκτικός λεξικό, εφεκτικός λεξικό, ενδοτικός αντωνυμο, εφεκτικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, εφεκτικός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- εφεδρεία στα ουκρανικά - зберігання, збереження, обмовка, заповідник, резерв, резерву
- εφεδρικός στα ουκρανικά - збереження, обмовка, зберігання, заповідник, резервна, резервну
- εφευρέτης στα ουκρανικά - ініціатива, ініціативний, винахідливо, винахідник
- εφευρίσκω στα ουκρανικά - затівати, ухитрятися, придумувати, спокушення, замишляти, починати, розпочинати
Τυχαίες λέξεις
Εφεκτικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: обережний, передбачливий, efektikos
Μεταφράσεις: обережний, передбачливий, efektikos