Ζεματίζω στα ουκρανικά
Μετάφραση: ζεματίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
скальд, опікати, обпалювати, обпікатися, опік
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ζεματίζω
ζεματίζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ζεματίζω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ζελατίνη στα ουκρανικά - желатин
- ζελατινώδης στα ουκρανικά - желатиновий, драглистий
- ζεστά στα ουκρανικά - теплуватий, гарячої, гарячий, гарячою, гарячій, гарячого
- ζεσταίνω στα ουκρανικά - впертість, нагріватися, нагрітися, спека, дотеп, упертість, нагрівати, ...
Τυχαίες λέξεις
Ζεματίζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: скальд, опікати, обпалювати, обпікатися, опік
Μεταφράσεις: скальд, опікати, обпалювати, обпікатися, опік